Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τη διοικητική μεταρρύθμιση, αλλά ελάχιστος ήχος και μελάνη δαπανήθηκαν για την αναγκαιότητα της. Ενώ φαίνεται καταρχήν, ότι όλοι συμφωνούν με την αναγκαιότητα της, η έλλειψη οποιασδήποτε συζήτησης για τους λόγους που την καθιστούν αναγκαία, αποπροσανατολίζει τους πολίτες και δίνει τη δυνατότητα στους επιτήδειους να προκαλούν σύγχυση και να βρίσκουν έτσι γόνιμο έδαφος για την προώθηση των προσωπικών στρατηγικών τους.
Οι Δήμοι παρά τα όσα τους καταμαρτυρούνται, πολλές φορές δίκαια, παραμένουν η καλύτερη για τον πολίτη μορφή εξουσίας, συγκρινόμενοι με τις Νομαρχίες και το Κράτος. Αυτή η διαπίστωση αποτελεί μία γενική παραδοχή, η οποία στηρίζεται στο
εξής σκεπτικό : Σε μία σύγχρονη κοινωνία πρέπει να ικανοποιείται, όσο το δυνατόν περισσότερο, η αρχή της εγγύτητας. Η αρχή της εγγύτητας δεν έχει να κάνει τόσο με τη χιλιομετρική απόσταση, όσο με τη δυνατότητα της άμεσης πρόσβασης του πολίτη στην εξουσία και κυρίως με την ανάπτυξη μίας αμφίδρομης σχέσης, ανάμεσα στον πολίτη και στην εξουσία. Η αρχή αυτή είναι σχετικά άγνωστη στην Ελλάδα, γιατί δεν είναι πολλά τα χρόνια που η Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί μία σύγχρονη ευρωπαική κοινωνία. Στις υποανάπτυκτες κοινωνίες, στις οποίες οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης, το τελευταίο που τους ενδιαφέρει είναι το αν θα εισακούγεται η γνώμη τους. Αναζητούν έτσι χαρισματικούς ηγέτες, τους οποίους εμπιστεύονται. Όπως αποδείχθηκε ιστορικά, οι χαρισματικοί ηγέτες είναι εξουσιαστές. Αυτό όμως οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν το ανέχονται. Δεν ανέχονται οι αιρετοί να ενεργούν για αυτούς, αλλά χωρίς αυτούς. Απαιτούν η γνώμη τους να εισακούγεται, ακόμη και όταν δεν υιοθετείται. Για να επιτευχθεί όμως αυτό, πρέπει η σχέση εξουσίας και πολίτη να είναι αμφίδρομη. Δηλαδή ο πολίτης να έχει τη δυνατότητα να διατυπώνει τη γνώμη του και η εξουσία να την ακούει και να την αξιολογεί. Αυτή η απαίτηση ικανοποιείται καλύτερα από τον τρόπο που ασκείται η εξουσία από τους Δήμους. Γενικά ο δημότης μιλάει και ο δήμαρχος ακούει πολύ περισσότερο από ότι ο Νομάρχης η ο Πρωθυπουργός. Εκτός από ελάχιστους βέβαια δημάρχους, που αποτελούν ατυχείς επιλογές.
Αφού λοιπόν η δημοτική εξουσία είναι η καλύτερη για τον πολίτη εξουσία, πρέπει να έχει περισσότερες αρμοδιότητες. Πρέπει δηλαδή να μεταφερθούν στους Δήμους περισσότερες εκτελεστικές αρμοδιότητες και η κεντρική εξουσία, αλλά και οι Νομοί – Περιφέρειες να περιορισθούν σε ρόλο επιτελικό. Αυτό είναι ένα μοντέλο που το είδαμε να λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική. Η μεταφορά όμως των αρμοδιοτήτων συνεπάγεται μεγάλο κόστος για τους Δήμους. Φαντασθείτε σε κάθε έναν από τους υπάρχοντες Δήμους και Κοινότητες να δημιουργηθεί ένα υγειονομικό, ένα κτηνιατρείο, μία πολεοδομία, ένα μηχανολογικό, μία διεύθυνση εκπαίδευσης κλπ. Αντιλαμβάνεται κανείς, ότι το κόστος λειτουργίας είναι τεράστιο. Και δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το αν το κόστος θα κληθούν να πληρώσουν οι δημότες η το Κράτος, αφού και τα χρήματα του Κράτους από τους πολίτες εισπράττονται. Για να καταστεί λοιπόν εφικτή η μεταφορά των αρμοδιοτήτων στην τοπική αυτοδιοίκηση, επιβάλλεται η συρρίκνωση του αριθμού των ΟΤΑ. Η διοικητική λοιπόν μεταρρύθμιση στο επίπεδο της πρωτοβάθμιας αυτοδιοίκησης έχει στόχο να δημιουργήσει μεγάλους πληθυσμιακά Δήμους, ώστε το κόστος άσκησης των αρμοδιοτήτων που θα μεταφερθούν, να είναι στα όρια αντοχής της ελληνικής οικονομίας.
Το ερώτημα που τίθεται είναι : Πόσο μεγάλοι Δήμοι; Θα μπορούσε ενδεχομένως η Περιφέρεια Κ. Μακεδονίας η ο Νομός Σερρών να αποτελέσουν ένα Δήμο; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Γιατί τέτοιοι Δήμοι θα έχαναν εκ των πραγμάτων όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, που καθιστούν τους Δήμους τις πιο προσβάσιμες και φιλικές για τον πολίτη εξουσίες. Πρέπει λοιπόν οι συνενώσεις των Δήμων να γίνουν με τέτοιον τρόπο, ώστε να επιτευχθεί το μέγιστο πληθυσμιακό μέγεθος, χωρίς να αλλοιωθούν σημαντικά τα χαρακτηριστικά τους. Προκειμένου να βρεθεί η χρυσή τομή, στο συνέδριο της ΚΕΔΚΕ στην Κυλλήνη συμφωνήσαμε σε κάποια γενικά κριτήρια για τις συνενώσεις. Το σκεπτικό ήταν τα κριτήρια αυτά να εξειδικευθούν κατά νομό. Έτσι ο αριθμός των νέων ΟΤΑ σε κάθε νομό να προκύψει αρμονικά και να αποφευχθούν τα λάθη του Καποδίστρια, όπου μία μεγάλη μεταρρύθμιση αλλοιώθηκε, λόγω των παρεμβάσεων των βουλευτών και άλλων παραγόντων.
Τα κυριότερα από τα κριτήρια αυτά είναι το γεωγραφικό , το ιστορικό, το πολιτισμικό, της συνάφειας των επαγγελματικών δραστηριοτήτων κ.ά. Το πολιτισμικό κριτήριο δε μπορεί εύκολα να εξειδικευθεί στο Νομό Σερρών, γιατί οι περισσότερες κοινωνίες αποτελούν μίγματα ντόπιων και προσφυγικών πληθυσμών. Το γεωγραφικό μας οδηγεί στον περιορισμό, ότι δεν πρέπει να υπάρχουν Δήμοι που να εκτείνονται εκατέρωθεν του Στρυμώνα, της Κερκίνης και του κάθετου άξονα της Εγνατίας, ώστε να εξασφαλίζεται η άνετη μετακίνηση μεταξύ των περιοχών του Δήμου. Το ιστορικό μας παραπέμπει στις τέσσερις πρώην Επαρχίες, οι οποίες λειτούργησαν επί πολλές δεκαετίες και οδήγησαν σε σύσφιξη των σχέσεων μέσα στους πληθυσμούς τους. Το κριτήριο της συνάφειας των επαγγελματικών δραστηριοτήτων μας ζητά να αποφευχθεί όσο είναι δυνατόν η συνένωση του αστικού Δήμου Σερρών με καθαρά αγροτικούς Δήμους. Βέβαια γίνεται φανερό ότι δεν είναι δυνατό να γίνει απόλυτη εφαρμογή των περιορισμών που προκύπτουν από την εξειδίκευση των κριτηρίων, χωρίς το σπάσιμο κάποιων Δήμων, γιατί προκύπτουν ορατές αντιφάσεις. Αυτό οφείλεται κυρίως σε ανορθόδοξες επιλογές που υιοθετήθηκαν από τον Καποδίστρια(παράδειγμα η συνένωση της πρώην κοινότητας Κερδυλλίων με πρώην κοινότητες από την άλλη πλευρά του Στρυμώνα). Από την άλλη μεριά είναι μάλλον αδύνατο να υπάρξει σε αυτό το στάδιο γενικευμένο σπάσιμο Δήμων, λόγω χρονικών περιορισμών. Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε διατηρώντας προσωρινά κάποιες από αυτές τις ανωμαλίες, με τη δέσμευση αυτές να διορθωθούν αμέσως μετά, είτε με νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης, είτε αξιοποιώντας τις δυνατότητες που δίνει ο ισχύων Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων, με πρωτοβουλία δηλαδή των τοπικών κοινωνιών. Συνθέτοντας όλα τα παραπάνω, προκύπτει αρμονικά και αβίαστα το συμπέρασμα ότι πρέπει να δημιουργηθούν πέντε Δήμοι, με ανοικτό το ενδεχόμενα για έναν έκτο Δήμο δυτικά της πόλης των Σερρών. Συγκεκριμένα : Ο Δήμος Σερρών, δύο Δήμοι στο βορρά με έδρες την Ηράκλεια και το Σιδηρόκαστρο, δύο Δήμοι στο νότο με έδρες τη Νιγρίτα και τη Νέα Ζίχνη και ενδεχομένως ένας έκτος Δήμος γύρω από την πόλη των Σερρών, ώστε να μπορεί να ικανοποιηθεί, έστω και μερικά, το κριτήριο της συνάφειας των επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
Αντί για όλα αυτά; Με λύπη μου αναφέρω, ότι στις πολύκροτες συνεδριάσεις του ΔΣ της ΤΕΔΚ, αλλά και στη Γενική Συνέλευση, ήμουν ο μόνος που έθεσε θέμα κριτηρίων. Τόσο μόνος που αισθάνθηκα βοών στην έρημο. Αποτέλεσμα : Όχι μόνο δεν υιοθετήθηκε μία πρόταση για πέντε η έξι Δήμους, αλλά και στις προτάσεις που επιλέχθηκαν για να τεθούν σε ψηφοφορία στη Γενική Συνέλευση, δεν επιλέχθηκε μία τέτοια πρόταση. Και όλα αυτά ενώ είναι γνωστό ότι η πλειοψηφία των μελών του ΔΣ της ΤΕΔΚ είναι υπέρ των πέντε η έξι Δήμων. Γιατί τότε συνέβη αυτό; Απλά για να μη χαλάσουν χατίρι σε κάποιους, οι οποίοι θέτουν την επίτευξη των προσωπικών τους στρατηγικών, πάνω από τη λογική και το συμφέρον των δημοτών. Πόσο σοβαροί και συνεπείς όμως μπορούμε να χαρακτηρισθούμε, όταν επί δώδεκα χρόνια οικτίρουμε τους τότε κυβερνητικούς βουλευτές, που με τις παρεμβάσεις τους αλλοίωσαν τον Καποδίστρια, όταν εμείς την κρίσιμη στιγμή κάνουμε τα ίδια και χειρότερα: Είναι προφανές ότι οι αυτοδιοικητικοί δε μπορούμε να σταθούμε στο ύψος που απαιτούν οι περιστάσεις. Είναι προφανές ότι βγάζουμε λάθος εικόνα και στέλνουμε λάθος μήνυμα στις τοπικές μας κοινωνίες. Ότι δηλαδή μας ενδιαφέρει πρωτίστως η προσωπική μας στρατηγική και δευτερευόντως το μέλλον των συνδημοτών μας. Πιστεύω ότι αυτή η εικόνα και αυτό το μήνυμα αδικούν πολλούς από εμάς. Είναι πραγματικά θλιβερό να βλέπει κανείς τους αιρετούς της τοπικής αυτοδιοίκησης να μην πρωτοστατούν σε πρωτοβουλίες που ωθούν την κοινωνία μπροστά, αλλά να παιδιαρίζουν, εναποθέτοντας όλες τις ελπίδες για εκσυγχρονισμό στην κεντρική εξουσία. Είναι πραγματικά εξοργιστικό να προσπαθούμε να αναγκάσουμε τους πολίτες να δεχθούν, χωρίς να παραθέτουμε κανένα επιχείρημα, ότι το συμφέρον των τοπικών κοινωνιών ταυτίζεται με τις δικές μας επιδιώξεις, επικαλούμενοι απλά έναν πρωτόγονο, έναν αναχρονιστικό τοπικισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου